Βοστόνη

Βοστόνη
(Boston). Πόλη (589.141 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, πρωτεύουσα της πολιτείας Μασαχουσέτη. Η Β. είναι χτισμένη στις ακτές του Ατλαντικού, περίπου 280 χλμ. ΒΑ της Νέας Υόρκης, σε διάφορες μικρές χερσονήσους, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με γέφυρες και υποβρύχιες σήραγγες που προεκτείνονται μέχρι τον καλά προστατευόμενο κόλπο της Μασαχουσέτης, στον οποίο συγκλίνουν οι ποταμόκολποι των Νέπονσετ, Τσαρλς και Μίστικ (συνολικός πληθυσμός μείζονος Β.: 3.406.829 κάτ.). Η Β. αποτελεί ακμαίο βιομηχανικό κέντρο με εργοστάσια τροφίμων, υφαντουργίας, μηχανών, χημικών προϊόντων, ειδών ένδυσης και υπόδησης και ένα από τα σπουδαιότερα αμερικανικά λιμάνια στον Ατλαντικό, με ετήσια κίνηση δεκάδων εκατομμυρίων τόνων εμπορευμάτων. Τα τελευταία χρόνια, η πόλη έχει μετατραπεί σε πόλο έλξης επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας, ιδιαίτερα στους τομείς των ηλεκτρονικών και προσωπικών υπολογιστών. Ιστορία. Η Β. ιδρύθηκε το 1630 από τους πρώτους Πουριτανούς που αποβιβάστηκαν στον Νέο Κόσμο και διαδραμάτισε σπουδαιότατο ρόλο στην ιστορία του βρετανικού αποικισμού στη Βόρεια Αμερική. Εκεί άρχισε (1773) ο αγώνας της ανεξαρτησίας κατά της Μεγάλης Βρετανίας, με αφορμή το περίφημο ζήτημα του φόρου του τσαγιού (Boston Tea Party). Διατηρεί παλιές πολιτικές και πνευματικές παραδόσεις που βασίζονται σε γερή οικονομία. Έδρα του περίφημου πανεπιστημίου Χάρβαρντ (που ιδρύθηκε το 1636) και άλλων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, μουσείων και βιβλιοθηκών, είναι μητρόπολη μεγάλου τουριστικού ενδιαφέροντος χάρη στα πολλά μνημεία της και τα άλλα ιστορικά κειμήλια και δίκαια έχει ονομαστεί Αθήνα της Αμερικής. Ανεξάρτητα από αυτό, πάντως, στη Β. υπάρχει μία από τις πλέον ακμάζουσες κοινότητες Ελληνοαμερικανών, ενώ λειτουργεί επίσης ανώτερη ελληνορθόδοξη θεολογική σχολή. Από τη Β. κατάγεται εξάλλου ο Μάικλ Δουκάκης, ο μοναδικός Ελληνοαμερικανός που ήταν υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ. Το μέγαρο του διοικητηρίου της Βοστόνης, οικοδόμημα του 18ου αι. Πλούσια σε μνημεία και μουσεία ιστορικού και καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, η Βοστόνη αποκαλείται «Αθήνα της Αμερικής» (φωτ. Bevilacqua). Φωτογραφία της μείζονος περιφέρειας Βοστόνης από δορυφόρο της ΝΑΣΑ, τον Αύγουστο του 1997, από ύψος 295 χλμ. Η πόλη είναι χτισμένη στον κόλπο της Μασαχουσέτης, που διακρίνεται στο κάτω μέρος της φωτογραφίας (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Άνταμς, Σάμιουελ — (Samuel Adams, Βοστόνη 1722 – 1803). Αμερικανός πολιτικός. Ένας από τους οργανωτές του απελευθερωτικού αγώνα στον πόλεμο της ανεξαρτησίας της Βόρειας Αμερικής (1775 83) και εξάδελφος του προέδρου των ΗΠΑ Τζον Άνταμς (βλ. λ.). Διακρίθηκε ανάμεσα… …   Dictionary of Greek

  • Μασαχουσέτη — (Massachusetts). Πολιτεία (21.465 τ. χλμ., 6.397.304 κάτ. το 2001) των βορειοανατολικών ΗΠΑ, στη Νέα Αγγλία, με πρωτεύουσα τη Βοστόνη. Συνορεύει με τις ομόσπονδες πολιτείες Νιου Χαμσάιρ και Βερμόντ στα Β, Νέα Υόρκη στα Δ, Κονέκτικατ και Ροντ… …   Dictionary of Greek

  • αναισθησία — Κατάργησητης αισθητικότητας και συνεπώς του πόνου. Η ανθρωπότητα άρχισε τον δύσκολο αγώνα εναντίον του σωματικού πόνου εδώ και χιλιάδες χρόνια, από τους αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν εκχυλίσματα βοτάνων και δρόγες που έφερναν ύπνο… …   Dictionary of Greek

  • καρδιά — Μυώδες κοίλο όργανο με τέσσερις χώρους, η λειτουργία του οποίου είναι θεμελιώδης για την κυκλοφορία του αίματος, καθώς παραλαμβάνει το αίμα από τις φλέβες και ως αντλία το τροφοδοτεί στις αρτηρίες. Η κ. του ανθρώπου βρίσκεται στο πρόσθιο μέσο… …   Dictionary of Greek

  • μαλλί — Κοινή ονομασία για το έριο, υφαντική ίνα η οποία λαμβάνεται κυρίως από το τρίχωμα του προβάτου, αλλά και άλλων μηρυκαστικών θηλαστικών όπως το μ. αλπακά, βικούνιας, λάμας, καμήλας, καθώς και το μ. μοχέρ (από την capra angorensis) και κασμίρ (από… …   Dictionary of Greek

  • ναυπηγείο — Κάθε συγκρότημα που κατασκευάζει, εξοπλίζει, επισκευάζει ή μετασκευάζει εμπορικά ή πολεμικά πλοία. Εκτός από τις κλίνες ή τις δεξαμενές, όπου κατασκευάζεται το σκάφος, το ν. περιλαμβάνει κυρίως ένα τεχνικό γραφείο που σχεδιάζει το πλοίο… …   Dictionary of Greek

  • πετρέλαιο — Μείγμα πολυάριθμων υδρογονανθράκων, όλων σχεδόν των χημικών σειρών, που περιέχει και μικρές ποσότητες οξυγονούχων, αζωτούχων και θειούχων προϊόντων. Πετρέλαια θεωρούνται και τα ορυκτέλαια που εξάγονται από μεταλλευτικά κοιτάσματα, εκείνα που… …   Dictionary of Greek

  • Αγκασίζ, Αλεξάντερ — (Αlexander Agassiz, Νεσατέλ 1835 – Ατλαντικός 1910). Ελβετοαμερικανός φυσιοδίφης. Ασχολήθηκε με ωκεανογραφικές έρευνες, ιδιαίτερα για τη θαλάσσια πανίδα, και δημοσίευσε αξιόλογα έργα, όπου εξέθεσε τα πορίσματα των ερευνών του. Απέκτησε μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάντερ, Φρανσίσκο — (Francisco Alexander, Κονέκτικατ 1800 – Φλωρεντία 1881). Αμερικανός ζωγράφος. Μετά τις καλλιτεχνικές του σπουδές, έζησε δύο χρόνια στη Ρώμη (1831 32) και μετά επέστρεψε στη Βοστόνη όπου και παρέμεινε για μια δεκαετία. Το γνωστότερο έργο του είναι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”